Συνήθως το παιδί μέχρι την ηλικία των 3 ετών έχει αποκτήσει είκοσι νεογιλά δοντάκια, 8 τομείς, 4 κυνόδοντες και 8 νεογιλούς γομφίους. Οι γονείς πρέπει να γνωρίζουν ότι αυτά τα προσωρινά δοντάκια δεν αλλάζουν την ίδια χρονική περίοδο και έχει μεγάλη σημασία να τα διατηρήσει κανείς υγιή γιατί εκτός του ότι ότι εξασφαλίζουν σωστή μάσηση και ομιλία και εμφάνιση είναι επιπλέον και οδηγοί για την εμφάνιση των μόνιμων δοντιών στο στόμα του παιδιού.
Ακόμη και αν έχουν προσβληθεί από τερηδόνα η θεραπευτική τους αποκατάσταση είναι σημαντική. Χωρίς την παρουσία τους το κενό που δημιουργείται από έλλειψη νεογιλού δοντιού αν αφεθεί χωρίς παρέμβαση ειδικού θα κλείσει και θα δημιουργήσει ορθοδοντικό πρόβλημα στο μέλλον. Ο ειδικός παιδοδοντίατρος είναι σε θέση από την νεογιλή ακόμη οδοντοφυία να προβλέψει έως ένα βαθμό κάποια μελλοντικά ορθοδοντικά προβλήματα που είναι δυνατόν να εμφανιστούν σε ένα παιδί. Για τον λόγο αυτό είναι καλό να δει το παιδί πριν την ηλικία του ενός έτους για πρώτη φορά και στην ηλικία των 2,5-3 ετών για δεύτερη φορά.
Tα laser χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με μεθόδους λευκάνσης που έχουν εφαρμογή στο ιατρείο. Το laser Nd:Yag κάνει γρηγορότερη τη λεύκανση των δοντιών διεγείροντας τα μόρια του υπεροξειδίου του υδρογόνου που εμπεριέχονται στη λευκαντική γέλη.
Οι λάμπες αλογόνου, οι λυχνίες πλάσματος και άλλες φωτεινές πηγές που εκπέμπουν θερμότητα χαρακτηρίζονται και απο εκπομπή μικρότερου μήκους κύματος η και μεγαλύτερου αόρατου υπέρυθρου θερμαντικού μήκους κύματος, με αποτέλεσμα να έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να προκαλέσουν ανεπιθύμητες δράσεις στον πολφό.
Περισσότερο από ένα στα τέσσερα παιδιά ηλικίας πέντε ετών έχουν τερηδόνα, σύμφωνα με νέα βρετανική έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο British Dental Association (BDA).
Η μελέτη εξέτασε δεδομένα από 133.000 οδοντιατρικές εξετάσεις παιδιών σε όλη τη χώρα, από όπου διαπιστώθηκε ότι το 27% του συνόλου των πεντάχρονων παιδιών έχουν τερηδόνα. Ωστόσο, οι ερευνητές δήλωσαν ότι υπάρχει μεγάλο χάσμα μεταξύ των περιοχών, καθώς στις υποβαθμισμένες περιοχές τα ποσοστά τερηδόνας στα παιδικά δόντια ήταν πολύ υψηλότερα.
Η τερηδόνα προκαλείται από συσσώρευση πλάκας στα δόντια. Τα βακτήρια που συσσωρεύονται στα δόντια στην από τα σάκχαρα των ποτών και των τροφίμων, παράγουν ένα οξύ που καταστρέφει σιγά-σιγά τα δόντια. Η τερηδόνα πηγάζει σε μεγάλο βαθμό από την κακή διατροφή , αλλά και την κακή οδοντιατρική φροντίδα, όπως το μη τακτικό πλύσιμο των δοντιών.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, το 3 % των παιδιών με τερηδόνα , οδηγήθηκε στην αφαίρεση ενός ή περισσοτέρων δοντιών, μια επώδυνη διαδικασία που πραγματοποιείται συχνά στο νοσοκομείο με αναισθησία. Συγκριτικά με μία παλαιότερη μελέτη του 2008, υπήρξαν βελτιώσεις στην οδοντοστοιχία των ποδιών γεγονός που μπορεί να οφείλεται και στα αυξημένα επίπεδα φθορίου στις οδοντόκρεμες που χρησιμοποιούν τα περισσότερα παιδιά.
«Οι γονείς θα πρέπει να βουρτσίζουν τα δόντια των παιδιών τους για τουλάχιστον δύο λεπτά δύο φορές την ημέρα, μία φορά λίγο πριν τον ύπνο και τουλάχιστον μία άλλη στιγμή κατά τη διάρκεια της ημέρας . Επίσης, καλό είναι να επιβλέπουν το βούρτσισμα των δοντιών, μέχρι το παιδί να φτάσει επτά ή οκτώ ετών», επεσήμανε ο επικεφαλής της έρευνας Κέβιν Φέντον.
Μια νέα, πολλά υποσχόμενη, τεχνική ανέπτυξαν Αμερικανοί ερευνητές. Κατεστραμμένα δόντια σε πειραματόζωα κατάφεραν να αναγεννήσουν Αμερικανοί ερευνητές, χρησιμοποιώντας για πρώτη φορά ένα λέιζερ, σε συνδυασμό με βλαστικά κύτταρα. Η τεχνική θεωρείται πολλά υποσχόμενη, αλλά οι ειδικοί θεωρούν ότι θα χρειαστούν αρκετά χρόνια εωσότου αξιοποιηθεί από τους οδοντίατρους.
Οι επιστήμονες του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, με επικεφαλής τον οδοντίατρο Πράβιν Αρανί και τον καθηγητή εμβιομηχανικής Ντέιβιντ Μούνεϊ, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «Science Translational Medicine», όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Σύμφωνα με το ΒΒC, πραγματοποίησαν πειράματα σε ποντίκια και αρουραίους, από τους οποίους, με τη βοήθεια του τροχού, είχαν προηγουμένως αφαιρέσει τμήματα των δοντιών.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές κατάφεραν -με δέσμες φωτός λέιζερ πάνω στο κατεστραμμένο δόντι- να ενεργοποιήσουν τα υπάρχοντα βλαστικά κύτταρα στην περιοχή του οδοντικού πολφού και έτσι να αναπαραχθεί, σε διάστημα περίπου τριών μηνών, ένα μέρος από την οδοντίνη (το στρώμα κάτω από την αδαμαντίνη), που αποτελεί τον κύριο όγκο ενός δοντιού. Η ενέργεια του λέιζερ προκαλεί μια σειρά από βιοχημικές αντιδράσεις μέσα στους οδοντικούς ιστούς, με τελικό αποτέλεσμα να «ξυπνάνε» τα βλαστοκύτταρα και να παράγουν νέα οδοντίνη.
Οι επιστήμονες αισιοδοξούν ότι η ίδια διαδικασία θα είναι πιο εύκολη στους ανθρώπους, επειδή τα ανθρώπινα δόντια είναι μεγαλύτερα. Προς το παρόν πάντως, δεν κατάφεραν να αναγεννήσουν με τη βήθεια του λέιζερ το επιφανειακό σκληρό στρώμα της αδαμαντίνης (σμάλτου).
Οι ερευνητές αισιοδοξούν ότι μελλοντικά θα είναι δυνατόν, οι γιατροί να αποφεύγουν την (επώδυνη για τους ασθενείς) ριζική αφαίρεση ενός δοντιού, μαζί με τα νεύρα και τα αιμοφόρα αγγεία. Όπως ανέφερε ο Αρανι, ο οποίος σχεδιάζει τις πρώτες κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους, «ελπίζουμε ότι θα είναι εφικτό να διατηρηθεί το υπάρχον δόντι και να μην χρειαστεί τελικά να εξαχθεί».
Όμως η νέα τεχνική θα είναι αδύνατο να «δουλέψει», όπως είπε, αν ο οδοντικός πολφός έχει πια νεκρωθεί και δεν υπάρχουν σε αυτόν βλαστικά κύτταρα για να «πυροδοτηθεί» η διαδικασία της αναγέννησης.
Άλλοι ειδικοί, όπως ο καθηγητής Ίαν Νίντλμαν του University College του Λονδίνου, εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί κατά πόσο με τη νέα μέθοδο (παρόλο που είναι φθηνή και φιλική στον ασθενή) θα καταστεί ποτέ δυνατό να αναγεννηθεί πλήρως ένα δόντι, εφόσον δεν είναι δυνατό να αναγενηθεί η αδαμαντίνη.
Από την άλλη, οι ερευνητές του Χάρβαρντ ευελπιστούν ότι το λέιζερ μπορεί να αξιοποιηθεί και σε άλλα πεδία της αναγεννητικής ιατρικής, πέρα από την οδοντιατρική. Ήδη από τη δεκαετία του ΄60, το λέιζερ έχει βρει διάφορες ιατρικές εφαρμογές και τώρα ανοίγεται ένα νέος τομέας, αυτός της αναγέννησης ιστών.